Ρωσικά (ru) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Геворгян < αρμενική Գևորգյան (Geworgyan, Γκεβοργκιάν)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɡʲɪvɐrˈɡʲan/

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Геворгян (ru) (Gevorgján) αρσενικό ή θηλυκό (γεν. ενικ. αρσ.: Геворгяна, ονομ. πληθ.: Геворгяны)[1]

Άλλες μορφές επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Το θηλυκό παραμένει αμετάβλητο στον ενικό. Ο πληθυντικός είναι κοινός, κατά το αρσενικό.