Ετυμολογία

επεξεργασία
Белгород < белый (bélyj, λευκός) + город (górod, πόλη). Κυριολεκτικά «λευκή πόλη».[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈbʲeɫɡərət/

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Белгород (ru) (Bélgorod) αρσενικό

Άλλες μορφές

επεξεργασία
  • Бѣлгородъ (παρωχημένη· πριν την ορθογραφική μεταρρύθμιση του 1918)

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Everett-Heath, John (2020). Concise Oxford Dictionary of World Place Names [Συνοπτικό Λεξικό Παγκόσμιων Τοπωνυμίων της Οξφόρδης] (6η έκδοση). Oxford: Oxford University Press.