Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος μετοχής επεξεργασία

ψαγμένες

Κατι που είναι πιο καλό ή και επιστημονικό από το άλλο

Π.χ. Ψαγμενες ιδέες.