Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
χαλκοχίτων
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αρχαία ελληνικά
(grc)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
χαλκοχίτων
<
χαλκός
+
χιτών
Ουσιαστικό
επεξεργασία
χαλκοχίτων
αρσενικό
που φέρει
χάλκινο
χιτώνα
, ένδυμα, δηλαδή πανοπλία, θώρακα
Ἀχαιῶν
χαλκοχιτώνων
Δαναῶν πύκα
χαλκοχιτώνων'
Συνώνυμα
επεξεργασία
χαλκοθώραξ
και
χαλκεοθώραξ
και
χαλκεοθώρηξ