Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φορμός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
φορμός
<
φέρω
Ουσιαστικό
επεξεργασία
φορμός
αρσενικό
σκεύος
σαν
καλάθι
πλεκτό
στρώμα
ρούχο
από χοντρό ύφασμα
μέτρο
για το
σιτάρι
(περίπου ίσο με τον
μέδιμνο