→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία

επεξεργασία
φορμίσκος < φορμ(ός) + υποκοριστικό επίθημα -ίσκος

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

φορμίσκος αρσενικό