Κοριτσάκι με το φοξ τεριέ του.

  Ετυμολογία

επεξεργασία
φοξ τεριέ < (λόγιο δάνειο) γαλλική fox-terrier < αγγλική fox terrier → δείτε τη λέξη fox (αλεπού, για το κυνήγι αλεπούς) [1] & terrier < γαλλική ς προέλευσης

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈfoks teɾˈʝe/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

φοξ τεριέ ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία