Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

*φιλοκερδέω: παρασύνθετο του φιλοκερδής

  Ρήμα επεξεργασία

*φιλοκερδέω / φιλοκερδῶ απαντά στούς τύπους: φιλοκερδεῖν & φιλοκερδούντων (μετοχή)

  1. αγαπώ έντονα το κέρδος
  2. είμαι άπληστος

Συνώνυμα επεξεργασία

Παράγωγα επεξεργασία

Σύνθετα επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία