Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

φαγωθείτε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος τρώγομαι
  2. θα φαγωθείτε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος τρώγομαι
  3. β' πληθυντικό προστακτικής αορίστου του ρήματος τρώγομαι

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

φαγωθείτε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος φαγώνομαι
  2. θα φαγωθείτε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος φαγώνομαι
  3. β' πληθυντικό προστακτικής αορίστου του ρήματος φαγώνομαι