Ετυμολογία

επεξεργασία
φαγητόν < θέμα φαγ- (όπως στην αρχαία ελληνική φαγεῖν, απαρέμφατο, στον αόριστο ἔφαγον του ρήματος ἐσθίω, του τρώγω χωρίς όμως να συνδέεται ετυμολογικά μ' αυτά) + -ητόν, ουδέτερο κατάληξης -ητός [1] Παραβάλετε το ελληνιστικό ῥοφητός (για φαγητά όπως η σούπα.[2]

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

φαγητόν ουδέτερο

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. φαγητό - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. 
  2. φαγητό - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας