υιοθετήσιμων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
υιοθετήσιμων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του υιοθετήσιμος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του υιοθετήσιμος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του υιοθετήσιμος