Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

τουρκιστί < Τούρκ(ος) + -ιστί

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /tuɾ.ciˈsti/
τυπογραφικός συλλαβισμός: τουρ‐κι‐στί

  Επίρρημα επεξεργασία

τουρκιστί

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία