Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

τι δέον γενέσθαι < (διαχρονικό δάνειο) καθαρεύουσα τί δέον γενέσθαι; → δείτε το δέον γενέσθαι

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈti ˈðeon ʝeˈnesθe/

  Έκφραση επεξεργασία

τι δέον γενέσθαι (απαρχαιωμένο, αρχαιοπρεπές)

  1. (ερωτηματικά)
    Τι δέον γενέσθαι; (τι πρέπει να γίνει;)
  2. (ουσιαστικοποιημένο)
    Η κατάσταση χειροτερεύει και επιβάλλεται πλέον να ληφθούν αποφάσεις περί του τι δέον γενέσθαι. (για το τι πρέπει να γίνει)

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία