τζουκ μποξ
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- τζουκ μποξ < (άμεσο δάνειο) αγγλική jukebox
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈd͡zuk ˈboks/
Ουσιαστικό επεξεργασία
τζουκ μποξ ουδέτερο άκλιτο
- (μουσική) ηλεκτρόφωνο το οποίο λειτουργεί αυτόματα με κερματοδέκτη
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
τζουκ_μποξ - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας