Ετυμολογία

επεξεργασία
ταχυδρομική κάρτα < → δείτε τη λέξη  ταχυδρομικός και κάρτα

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

ταχυδρομική κάρτα θηλυκό

  • κάρτα από χοντρό χαρτί με εκτυπωμένη κάποια παράσταση στη μία πλευρά και χώρο για να γραφτεί ένα σύντομο σημείωμα και η διεύθυνση του παραλήπτη· αποστέλλεται ταχυδρομικώς χωρίς να απαιτείται φάκελος

Ταυτόσημο

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία