Ετυμολογία

επεξεργασία

ταμειακά < ταμειακός

  Επίρρημα

επεξεργασία

ταμειακά

έλεγξα τα λογιστικά μου και είμαι ταμειακά εντάξει

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

ταμειακά