Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 
αγώνας στιπλ

  Ετυμολογία επεξεργασία

στιπλ < αγγλική steeplechase < steeple + chase

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈstipl/

  Επίθετο επεξεργασία

στιπλ άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία