στάτους κβο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- στάτους κβο < αγγλική status quo (κατά τη λατινική προφορά) < λατινική in statu quo ante bellum erat (στην κατάσταση που υπήρχε πριν από τον πόλεμο)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαστάτους κβο ουδέτερο άκλιτο
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία στάτους κβο