Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σκυλοκαβγάδες
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
sci.lo.kaˈvɣa.ðes
/
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασία
σκυλοκαβγάδες
αρσενικό
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
σκυλοκαβγάς