Δείτε επίσης: Σκανδιναβών

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

σκανδιναβών

  1. (αρσενικό) γενική πληθυντικού του σκανδιναβός
  2. (θηλυκό) γενική πληθυντικού του σκανδιναβή