Ετυμολογία

επεξεργασία
σκαμπανεβάζω < συμφυρμός των λέξεων: σκαμπαβία + ανεβάζω

σκαμπανεβάζω

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία