σγουρώνω
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /zɣuˈɾo.no/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σγου‐ρώ‐νω
Ρήμα επεξεργασία
σγουρώνω
Κλίση επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
σγουρώνω
→ δείτε τη λέξη σγουραίνω |
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ Καμπανάς, Ηλίας Ιω. (1990) Μονοτονικό λεξικό της δημοτικής: ορθογραφικό, ερμηνευτικό, ετυμολογικό. Αθήνα: Οργανισμός Εκδόσεων Καμπανά.