Ετυμολογία

επεξεργασία
σαυλοπρωκτιάω < σαῦλος + -ο- + πρωκτός + -ιάω

σαυλοπρωκτιάω

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία