Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σαρανταρισμένοι
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Κλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασία
σαρανταρισμένοι
ονομαστική
και
κλητική
πληθυντικού
του
σαρανταρισμένος
Ομώνυμα / Ομόηχα
επεξεργασία
σαρανταρισμένη