ρευματικά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ρευματικά < ρευματικός
Ουσιαστικό επεξεργασία
ρευματικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- → δείτε τη λέξη ρευματισμοί
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
ρευματικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ρευματικό