Αρχικοί
χρόνοι
Φωνή
Eνεργητική
Φωνή
Μέση & Παθητική
Ενεστώτας  πυνθάνομαι 
Παρατατικός  ἐπυνθανόμην 
Μέλλοντας  πεύσομαι 
Αόριστος  ἐπυθόμην 
Παρακείμενος  πέπυσμαι 
Υπερσυντέλικος  ἐπεπύσμην 
Συντελ.Μέλλ.

  Ετυμολογία

επεξεργασία
πυνθάνομαι < λείπει η ετυμολογία

πυνθάνομαι

  1. ρωτώ, ζητώ να μάθω,
  2. μαθαίνω, πληροφορούμαι
  3. ακούω