Ετυμολογία

επεξεργασία
πρωτογνωρίζω < πρώτος + γνωρίζω

πρωτογνωρίζω

όταν τον πρωτογνώρισα, πήγαινε ακόμα στο γυμνάσιο

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία