Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πούππα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
Ετυμολογία
επεξεργασία
πούππα
<
λατινική
pupa
(αγαλμάτιον)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πούππα
θηλυκό
(
κυπριακά
) η κούκλα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πούππα
αγγλικά
:
doll
(en)
γαλλικά
:
poupée
(fr)