Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πουλ πουλ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επιφώνημα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
πουλ πουλ
<
πουλί
/
πουλάδα
Επιφώνημα
επεξεργασία
πουλ πουλ
(
προφορικό
) για τη
συγκέντρωση
των
ορνίθων
ή άλλων πουλιών
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πουλ πουλ