Ετυμολογία

επεξεργασία
πορτμονέ < γαλλική porte-monnaie (πορτοφόλι)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

πορτμονέ ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία