πλουσιότατων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαπλουσιότατων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του πλουσιότατος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του πλουσιότατος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του πλουσιότατος