Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πατώνω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
Ετυμολογία
επεξεργασία
πατώνω
<
πάτος
+
-ώνω
Ρήμα
επεξεργασία
πατώνω
τα πόδια μου φτάνουν στον πάτο, στο βυθό της θάλασσας, είναι αρκετά ρηχά ώστε να πατάω
φτάνω στο έσχατο σημείο
ξεπεσμού
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πατώνω
αγγλικά
:
touch the bottom
(en)
,
bottom out
(en)
(2)
γαλλικά
:
avoir pied
(fr)