Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παρασχέθηκαν
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
παρασχέθηκαν
γ' πληθυντικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
παρέχομαι
,
παθητική φωνή
του ρήματος
παρέχω
παρασχέθηκαν
οι πρώτες βοήθειες