παραμεθαύριο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίαπαραμεθαύριο
- η μέρα μετά το μεθαύριο
- ⮡ Λέω να μην έρθω ούτε αύριο ούτε μεθαύριο αλλά παραμεθαύριο.
Δείτε επίσης
επεξεργασίααντιπροχτές, αντιπροχθές, αντίπροχτες, αντίπροχθες | προχθές, προχτές | χτες, χθες, εχτές, εχθές | σήμερα | αύριο | μεθαύριο, μεθαύριον | αντιμεθαύριο, παραμεθαύριο |
Μεταφράσεις
επεξεργασία παραμεθαύριο
|