πανηλίθιων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαπανηλίθιων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του πανηλίθιος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του πανηλίθιος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του πανηλίθιος
πανηλίθιων