παγκούρβα
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπαγκούρβα θηλυκό
- πόρνη που κάνει διάφορες ακολασίες
- ※ 14ος αιώνας, Στέφανος Σαχλίκης, Αφήγησις παράξενος του ταπεινού Σαχλίκη, στίχ. 849 (848-849) @anemi.lib.uoc.gr
- — Γαμιέσαι, Ποθοτσουτσουνιά, μαυλίζεις, ψωλοπόθα;
πίνεις, παγκούρβα, τὸ κρασὶν καὶ τότες περδικάρεις;- Αφήγησις παράξενος /Stefanos Sahlikis i evo stihotborenie ; iszlbdovanie S. D. Papadimitriu, (επιμ.), Odessa :typ. Ekonomitseskaja, 1896.
- — Γαμιέσαι, Ποθοτσουτσουνιά, μαυλίζεις, ψωλοπόθα;
- ※ 14ος αιώνας, Στέφανος Σαχλίκης, Αφήγησις παράξενος του ταπεινού Σαχλίκη, στίχ. 849 (848-849) @anemi.lib.uoc.gr
Πηγές
επεξεργασία- παγκούρβα σελ.183, Τόμος 14 & σελ.184, Τόμος 14 - Κριαράς, Εμμανουήλ. Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Τόμοι Α'-ΙΗ'. (Τόμοι ΙΕ'-ΙΗ' επιμ. Ιωάννης Ν. Καζάζης) πολυτονικό σύστημα: τόμοι 1-5, μεταγραφή σε μονοτονικό: τόμοι 6-τέλος], pdf.Βιβλιογραφία. Άπαντα Εμμανουήλ Κριαρά στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
- παγκούρβα - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].