Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πάλη βραχίονα < πάλη + βραχίονας < μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική bras de fer

  Έκφραση επεξεργασία

πάλη βραχίονα θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία