ολοπόρφυρων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαολοπόρφυρων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του ολοπόρφυρος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του ολοπόρφυρος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ολοπόρφυρος
ολοπόρφυρων