Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ξεπαρθενιάζω < ξε- + παρθένα + -ιάζω

  Ρήμα επεξεργασία

ξεπαρθενιάζω

  Μεταφράσεις επεξεργασία