ντέι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ντέι < → λείπει η ετυμολογία
Επιφώνημα επεξεργασία
ντέι
- (οικείο) προσταγή σε γαϊδούρι, μουλάρι ή άλογο
Συγγενικά επεξεργασία
Ψευδόφιλες λέξεις επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ντέι
|