Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

μπρασερί < γαλλική brasserie

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μπρασερί θηλυκό άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία