Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

→ δείτε τις λέξεις  μου (κτητικό), έφυγε (φεύγω) ο & τάκος (ξύλινο στήριγμα)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈmu‿fiʝe o‿ˈtakos/

  Έκφραση επεξεργασία

μου 'φυγε ο τάκος