Κυπριακά (el-cyp) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

μοτόρα < (άμεσο δάνειο) αγγλική motor

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μοτόρα θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία