μοιρασμένη χαρά, διπλή χαρά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μοιρασμένη χαρά, διπλή χαρά < → δείτε τις λέξεις μοιρασμένος, μοιράζω, διπλός και χαρά
Προφορά
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίαμοιρασμένη χαρά, διπλή χαρά
- η χαρά γίνεται πιο μεγάλη όταν τη μοιραζόμαστε με κάποιον
Μεταφράσεις
επεξεργασία μοιρασμένη χαρά, διπλή χαρά
|