μεσονυχτίς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίαμεσονυχτίς
- μεσάνυχτα
- στη μέση της νύχτας
- Τρελὸς μουσώνας ράγισε μεσονυχτὶς τὰ ρέλια. (Νίκος Καββαδίας, Μουσώνας)
Μεταφράσεις
επεξεργασία μεσονυχτίς
μεσονυχτίς