μερικών
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος αντωνυμίας
επεξεργασίαμερικών
- αρσενικό γενική πληθυντικού του μερικοί
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του μερικοί
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του μερικοί
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαμερικών
- γενική πληθυντικού του μερικός
- γενική πληθυντικού του μερική
- γενική πληθυντικού του μερικό