μεθανίτικων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαμεθανίτικων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του μεθανίτικος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του μεθανίτικος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του μεθανίτικος
μεθανίτικων