Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μανιώνω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
μανιώνω
<
μανία
+
-ώνω
Ρήμα
επεξεργασία
μανιώνω
οργίζομαι
,
εξοργίζομαι
τρελαίνομαι
,
γίνομαι
μανιακός
Συγγενικά
επεξεργασία
μάνιωμα
→
δείτε
τη λέξη
μανία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μανιώνω