μακρύτριχων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαμακρύτριχων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του μακρύτριχος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του μακρύτριχος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του μακρύτριχος
μακρύτριχων