Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μαιτρ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
μαιτρ
< (
άμεσο δάνειο
)
γαλλική
maître
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μαιτρ
αρσενικό
άκλιτο
άλλη γραφή του
μετρ
(μη απλοποιημένη)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μαιτρ
→
δείτε
τη λέξη
μετρ